Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Οι χαρταετοί των παιδικών μας χρόνων... (Βίγλα Άρτας).

Χαρταετοί των παιδικών μας χρόνων…

Πως και πως περιμέναμε σαν ήμασταν παιδιά τούτες τις μέρες της αποκριάς. Όλες αυτές οι μέρες ήταν για μας μέρες ξεγνοιασιάς, μέρες χαράς, μέρες κεφιού και παιχνιδιού. Και το παιχνίδι ποιο άλλο, από τον χαρταετό.

Ξεκινούσαμε τις μέρες αυτές την κατασκευή του. Πρώτες ύλες για την εξ ημών κατασκευή του, αποτελούσαν τα παρακάτω:

1. ένα γερό καλάμι μήκους περίπου 1μ. , καθαρισμένο καλά και χωρισμένο στα τέσσερα
2. ένα κουβάρι νάυλον σκοινί μήκους 250 μ.
3. εφημερίδες ή στην καλύτερη περίπτωση λαδόκολλες
4. μισό κιλό αλεύρι
5. ένα ψαλίδι
6. ένα βάζο

Οι αυλές των σπιτιών της Βίγλας μετατρέπονταν σε μικρά εργοτάξια.

Αρχικά παίρναμε τα καθαρισμένα και χωρισμένα στα τέσσερα, καλάμια. Φτιάχναμε εγκοπές στις άκρες τους και δέναμε χιαστί τα δύο. Στη συνέχεια τοποθετούσαμε κι ένα τρίτο καλάμι στη μέση σε οριζόντια θέση. Τα τρία καλάμια τα δέναμε σφιχτά στο κέντρο του χιαστί.

Κατόπιν δέναμε ένα κομμάτι σχοινί στην άκρη του καλαμιού κι από εγκοπή σε εγκοπή φτιάχναμε τον σκελετό του χαρταετού.

Ανακατεύαμε αλεύρι με λίγο νερό και φτιάχναμε την αλευρόκολλα. Με τ ην αλευρόκολλα κολλάγαμε τις εφημερίδες ή τις λαδόκολλες ώστε να φτιάξουμε σε μήκος και σε πλάτος μια μεγάλη χάρτινη επιφάνεια που να χωράει άνετα το άνοιγμα του σκελετού του χαρταετού. Πάνω σε αυτή την χάρτινη επιφάνεια εναποθέταμε τον σκελετό.
Με το ψαλίδι κόβαμε την χάρτινη επιφάνεια με αέρα τριών πόντων στο σχήμα του σκελετού. Βάζαμε αλευρόκολλα με ένα μικρό καλάμι κατά μήκος της περιφέρειας του σκελετού και στο σχοινί του σκελετού. Διπλώναμε το χαρτί στις άκρες του σκελετού και το κολλούσαμε περικλείοντας το σκοινί. Η πρώτη φάση του χαρταετού είχε ολοκληρωθεί. Αφού αφήναμε να στεγνώσει η αλευρόκολλα, με το ψαλίδι κόβαμε λωρίδες εφημερίδας μήκους 25 εκατοστών και πλάτους 2 εκατοστών για να ετοιμάσουμε την ουρά του χαρταετού. Προσδέναμε σε ένα μακρύ σκοινί τις χάρτινες λωρίδες και σε απόσταση μιας πιθαμής την μία από την άλλη. Η ουρά που φτιάχναμε ήταν περίπου πάνω από 4 μέτρα..
Εν τω μεταξύ στέγνωνε η αλευρόκολλα στο χαρτί και προχωρούσαμε στην κατασκευή για τα ΄΄ζύγια΄΄ της ουράς και του σκοινιού του χαρταετού.
Κάθε σκοινί από τα ζύγια το κάναμε ίσο με την απόστασή από το κέντρο του χαρταετού έως την άκρη του (μισό καλάμι ή ακτίνα). Αν είχαμε πολύχρωμα χαρτιά στολίζαμε και το χάρτινο πλαίσιο του χαρταετού, ενώ στο κέντρο από όπου προσδενόταν η άκρη από το σκοινί για το πάνω ζύγι βάζαμε με αλευρόκολλα ένα μικρό στρογγυλό ή τετράγωνο (4 εκ. χ 4 εκ.) κομμάτι χαρτιού για ενίσχυση του κέντρου ώστε να μην σχίζεται εύκολα.

Στα ζύγια δέναμε από τη μία το κουβάρι με το σκοινί και από την άλλη την ουρά. Ο χαρταετός ήταν πλέον έτοιμος για να πετάξει και μαζί του κι εμείς και τα παιδικά μας όνειρα .

Μας είχε πάρει απόγευμα κι ήμασταν κουρασμένοι. Πολύ νωρίς ο ύπνος ασφαλούσε γρήγορα τα μάτια μας και ονειρευόμασταν το πέταγμα του χαρταετού. Η αυριανή πρώτη μέρα, συνήθως Σάββατο, ήταν όλη δικιά μας. Τόπος συνάντησης το υδραγωγείο στο βουνό. Εκεί είχε μια αρκετή μεγάλη άπλα, δεν εμπόδιζε κανένα καλώδιο της ΔΕΗ και είχαμε μια απέραντη έκταση μέχρι τις λιμνοθάλασσες και τις απέναντι ακτές τις Πρέβεζας για να πετάξουν οι χαρταετοί. Επίσης από εκεί θαμάζαμε την απεραντοσύνη του Αμβρακικού Κόλπου και της πεδιάδας. Τα απογεύματα ήταν πάντοτε μαγικά με τα πορτοκαλόχρυσα ηλιοβασιλέματα .

Απαραίτητη προϋπόθεση για να πετάξουν οι χαρταετοί ήταν να επικρατεί ασθενές αεράκι. Το βουνό αντηχούσε από τις παιδικές φωνές μας. Κάθε ομάδα των 2-3 παιδιών είχε και τους ανάλογους χαρταετούς. Ο ένας κρατούσε ΄΄κεφάλι΄΄ κι ο άλλος την άκρη του κουβαριού. Με το 1-2-3 άφηνε ο ένας το χαρταετό και ο άλλος τραβούσε για να πάρει ύψος. Σε δευτερόλεπτα και με τη βοήθεια του αέρα ο χαρταετός ήταν στον ουρανό. Η χαρά μας απερίγραπτη. Τώρα άρχιζε ένας αγώνας για το ποιος χαρταετός θα πάει ψηλότερα και όσο το δυνατόν κοντά στα νερά των λιμνοθαλασσών και του Αμβρακικού . Τα κουβάρια ξετυλίγονταν το ένα μετά το άλλο. Ο αέρας χτυπούσε στο νάυλον παραμάλι και σφύριζε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που όταν δυνάμωνε ο αέρας μας έκοβε τα χέρια το σκοινί. Γι αυτό είχαμε πάντοτε ένα κομμάτι ξύλο για να κρατάμε τον χαρταετό. Αρκετές φορές το σκοινί δεν άντεχε την δύναμη του αέρα και κοβόταν. Και τότε ξεκινούσε η Οδύσσεια για την εύρεση του Χαρταετού στους καλαμιώνες του Αμβρακικού και των λιμνοθαλασσών. Ήταν ζήτημα τιμής να βρεθεί ο χαρταετός. Γιατί ήταν ο καλύτερος αφού έφτασε ψηλά.

Άλλες πάλι φορές στέλναμε σημειώματα στους χαρταετούς. ΄΄Τηλεγραφήματα΄΄ τα ονομάζαμε. Σε ένα κομμάτι χαρτί γράφαμε διάφορα, το τρυπούσαμε στο κέντρο και από εκεί περνούσαμε το σκοινί που κρατούσαμε τον χαρταετό. Σιγά σιγά το αεράκι έσπρωχνε το τηλεγράφημα και το έφτανε ψηλά στον χαρταετό.

Σχεδόν όλα αυτά τα απογεύματα από την επόμενη της Τσικνοπέμπτης και μέχρι την επόμενη της Καθαράς Δευτέρας μαζευόμασταν στο βουνό.
Καθόμασταν στο υδραγωγείο και στον γύρω περιβάλλοντα χώρο με τις ώρες. Πειράγματα, φωνές, και σμήνος χαρταετών στο βουνό μας. Καθαρός αέρας, παιχνίδια ανάμεσα στα σπουρδέκλια και τις ασφάκες. Ανεβοκατέβασμα και τσουλήθρα στο λοφάκι με τις ψιλοκομμένες από τα φουρνέλα πέτρες που τις είχαν βάλει δίπλα σωρό, από το άνοιγμα που έκαναν οι μηχανικοί για το υδραγωγείο στα σπλάχνα του βουνού. Ανεβοκατέβασμα στο παλιό σκολιό και στους γκρεμούς του βουνού σαν τα αγριοκάτσικα. Δεν μας έπιανε τίποτα. Ούτε κρύο, ούτε κούραση, ούτε φόβος.

Όταν ο αέρας ήταν ιδιαίτερα δυνατός στο υδραγωγείο στο βουνό, ήταν αδύνατο να κρατηθούν οι χαρταετοί από εκεί. Μας έκοβε τα χέρια το σκοινί ή κοβόταν. Τότε κατεβαίναμε χαμηλά στην ΄΄λάκα΄΄ ακριβώς δίπλα στα νερά των λιμνοθαλασσών, εκεί όπου είχαμε μια αρκετά μεγάλη αλάνα που μας χρησίμευε για γήπεδο ποδοσφαίρου. Από εκεί σβήναμε την δίψα μας για το πέταγμα των χαρταετών μας.

Άλλες πάλι φορές δέναμε τα σκοινιά των χαρταετών σε γερές ασφάκες. Έχοντας για λίγο ελευθερωθεί παλεύαμε ή ανοίγαμε μονοπάτια ανάμεσα στα δάση των φραγκοσυκιών. Εκεί επίσης ψάχναμε και για άγρια κυκλάμινα, που ήταν τώρα η εποχή τους.

Ανέμελα χρόνια, όμορφα χρόνια, τα παιδικά χρόνια. Χρόνια που τα παιχνίδια μας τα χορταίναμε κι ας μην ήταν ακριβά και φανταχτερά. Χρόνια που ήμασταν έξω στο ύπαιθρο κι όχι κλεισμένα μέσα στο σπίτι κι εγκλωβισμένα μπροστά σε μια τηλεόραση, σε ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι ή ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή. Χρόνια που ήμασταν σε επαφή με τη φύση, με το περιβάλλον και τις ομορφιές του.

Άραγε θα το αγαπήσουν τα σημερινά παιδιά, που εμείς οι μεγάλοι τα απoμακρύνουμε ολοένα και περισσότερο με τις επιλογές μας;
Ας αναλάβουμε τις ευθύνες.




Κλέαρχος Ν. Ευστρατίου
















Άλλα έθιμα του χωριού:
Το αποκριάτικο ντύσιμο-τα καρναβάλια από σπίτι σε σπίτι,
Ο χάσκος,
Το γαϊτανάκι,
Η φασολάδα και τα νηστίσιμα της Καθαράς Δευτέρας.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου